Τρίτη 24 Απριλίου 2012

ΟΙ ΠΡΟΑΓΓΕΛΛΟΙ ΤΗΣ ΕΥΡΩΖΩΝΗΣ (όσες χώρες συμμετείχαν σ’ αυτούς είχαν περιπέτειες ή χρεοκόπησαν)

πιστεύουμε ότι:
ΟΠΟΙΟΣ ΞΕΡΕΙ ΚΑΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΔΕΙ ΚΑΘΑΡΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΟΥ..
το παρακάτω κείμενο που διαβάσαμε το βρήκαμε ενδιαφέρον και είπαμε να το μοιραστούμε μαζί σας... καλή ανάγνωση...
Απριλίου 24, 2012
ΧΑΝΣΕΑΤΙΚΗ ΕΝΩΣΗ (ΤΕΥΤΟΝΙΚΗ ΧΑΝΣΑ)


Γράφει η Σοφία Τ.

Στα παλιά γερμανικά της Άνω Γερμανίας ο όρος Χάνσα (Hansa) σημαίνει ένωση, όμιλος.
Ήταν η 1η επιτυχής απόπειρα εμπορικής ένωσης στην Ευρώπη.
Μ’ αυτό το όνομα εμφανίστηκαν διάφοροι συνασπισμοί πόλεων και εμπόρων (Γερμανών κυρίως) με κύριο σκοπό τη διασφάλιση της ελεύθερης ναυσιπλοΐας και του εμπορίου στην Β. Θάλασσα.
Κυρίως όμως ο όρος αυτός αναφέρεται στην Τευτονική Χάνσα ή Χανσεατική Ένωση, δηλ. την Ένωση των γερμανικών πόλεων της Βαλτικής και της Β. Θάλασσας-η μεγαλύτερη από αυτές τις ενώσεις-.

ΓΕΝΝΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ

Η 1η σαφής αναφορά στην Τευτονική Χάνσα γίνεται το 1358.
Όμως υφίσταται ήδη από τα μέσα του 12ου αι..
Αναπτύσσεται (12ος αι.) ταχύτατα προωθώντας την ίδρυση πόλεων στα εδάφη Α του Έλβα.
Αυτή η προώθηση των Γερμανών Α του Έλβα άνοιξε για τους εμπόρους νέες αγορές και η ανάγκη να διασφαλίσουν τα κέρδη τους, τους ώθησε να οργανωθούν σε εμπορικές ενώσεις.
Την πολιτική αυτή ακολούθησαν και οι κυριότερες εμπορικές πόλεις, για να εξασφαλίσουν για τους υπηκόους τους ασφάλεια και πλούτο.
Μια ομάδα μεγαλεμπόρων ίδρυσε (1160) έναν διαμετακομιστικό σταθμό στο Visby της Γκοτλάνδης (Godland).
Συνάφθηκε(1241) η 1η συμφωνία μεταξύ Lübeck (Γερμανία) και Αμβούργου για τη διευκόλυνση του εμπορίου.
Τέτοιου είδους σύμφωνα είχε συνάψει (τέλη 13ου αι.) μεγάλος αριθμός γερμανικών πόλεων.
Σταδιακά αυτές οι πόλεις συνασπίστηκαν με σκοπό τον έλεγχο του εμπορίου της Βαλτικής.
Απαγόρευσαν (1275) στα πλοία των φλαμανδικών πόλεων να εισέρχονται σ’ αυτήν τη θάλασσα.
Η Χάνσα αριθμούσε (1370) 77 πόλεις, οι οποίες επέβαλλαν στον τότε βασιλιά της Δανίας Valdemar Δ’ να την αναγνωρίσει, να της εγγυηθεί ελεύθερη ναυσιπλοΐα και απαλλαγή από τελωνιακούς δασμούς.
Η κινητοποίηση αυτή οδήγησε στον οριστικό σχηματισμό της.
Πάνω από 3 αι., οι χανσεατικές πόλεις κέρδισαν πλούτο, δύναμη και μοναδική ανάπτυξη σε όλους τους τομείς, διότι αντάλλασσαν αγαθά αλλά και ιδέες και πολιτισμό.
Όσο οι σχέσεις ήταν ισότιμες, ήταν δίκαιες και οι συναλλαγές, με κανόνα το αμοιβαίο συμφέρον.
Αυτή η ισοτιμία στις σχέσεις ήταν ο βασικός δεσμός που διασφάλισε την μακροβιότητα της Ένωσης.

Με τη δημιουργία των εθνικών κρατών και την προσπάθεια κάποιων από αυτά να χειραγωγήσουν την Ένωση προς ίδιον όφελος εις βάρος των άλλων, έσβησε και η Χανσεατική Ένωση.

Σε αντίθεση με την ΕΕ, η Χανσεατική Ένωση δεν δημιουργήθηκε σαν ιδέα από κάποιους ηγετών που μετά επιβλήθηκε στους λαούς τους, αλλά ήταν αποτέλεσμα μιας διαδικασίας που ξεκίνησε από ιδιώτες, εκφράζοντας τις ανάγκες των εμπόρων και των κοινωνιών των συγκεκριμένων πόλεων.
Αυτό ήταν το μυστικό της επιτυχίας της.
Σήμερα, πριν καλά-καλά αρχίσει να στεριώνει η ΕΕ, βιώνουμε ήδη τους τριγμούς και τα προβλήματα, που είχε η Χανσεατική Ένωση λίγο πριν την κατάρρευσή της.
Η ιδέα που ξεκίνησε (1951 και 1957) από κάποιους αξιωματούχους σαν Ευρωπαϊκές Κοινότητες (ΕΚΑΧ, ΕΟΚ, ΕΥΡΑΤΟΜ) για να ολοκληρωθεί (1992) στο Maastricht σαν ΕΕ, πνέει τα λοίσθια πριν συμπληρώσει έναν αιώνα ζωής.

Αφού για πάνω από 2 δεκαετίες οι χώρες του Ν τροφοδότησαν τον πλούτο των χωρών του Β και κυρίως της Γερμανίας, σήμερα κινδυνεύουν να γίνουν χώρες δουλοπάροικων του πλούσιου Β.
Η ΕΕ έγινε μια χρυσή αγελάδα για τη Γερμανία και μια παγίδα για τις φτωχές χώρες του Νότου.
Ήδη στη Γερμανία ακούγονται φωνές που ζητούν την έξοδο κάποιων χωρών του Ν από την Ευρωζώνη ή και την επιστροφή στο γερμανικό μάρκο.
Αν συνεχιστεί αυτή η εξέλιξη, ή θα συμβιβαστούν οι χώρες του Ν με την ιδέα πως θα υποχρεωθούν να ζουν σε μια ΕΕ δυο ταχυτήτων, χάνοντας την ανεξαρτησία τους, ή η ΕΕ θα διαλυθεί πριν συμπληρώσει έναν αιώνα ζωής.
Η σύγκριση με τις ΗΠΑ και τα αρχικά προβλήματα στην αρχή της δημιουργίας τους, είναι αφελής και άκαιρη.
Οι ΗΠΑ δημιουργήθηκαν μέσα από έναν κοινό αγώνα ανεξαρτησίας των λαών τους και δεν ήταν αποτέλεσμα πειραματισμών στα γραφεία κάποιων αξιωματούχων.

Η ΕΕ τείνει να μοιάσει την Αθηναϊκή Συμμαχία(Α’ 478/7-454 και Β’ 377-335 π.Χ.), όπου ίσχυε για τους Αθηναίους το ρητό, ότι συμφέρει την Αθήνα συμφέρει και τη Συμμαχία.

Στην ΕΕ, ακόμα και το Διευθυντήριο των ισχυρών κρατών τείνει να περιοριστεί σε 3, 2 ή ακόμα και σε ένα μέλος, την λεγόμενη ατμομηχανή, τη Γερμανία.

Στη σημερινή ΕΕ δεν υπάρχει τίποτα που να δείχνει Ένωση ισοδύναμων και ισότιμων μελών.

ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΣΤΟΧΟΙ

Η χρυσή εποχή της Χάνσα ήταν ο 15ος αι.. 

Είχε ιδρύσει παροικίες εμπόρων σ’ όλες τις πολιτείες της Β. Θάλασσας και της Βαλτικής.
Αυτές ζούσαν αυτόνομα, συμμετείχαν όμως στη διοίκηση των πόλεων που έδρευαν.

Διέθετε 3 μόνιμους εμπορικούς σταθμούς σε Λονδίνο και Bruges (Βέλγιο) για τον έλεγχο του εμπορίου μαλλιού και υφασμάτων και στο Bergen (Νορβηγία) για τον έλεγχο της διακίνησης ξυλείας, μεταλλευμάτων και ψαριών.

Η Ένωση είχε καταφέρει να επιβάλλει μονοπώλιο στο εμπόριο της Βαλτικής, υποχρεώνοντας τους τοπικούς εμπόρους να συναλλάσσονται μόνο μαζί της.
Μάλιστα ελέγχοντας το εμπόριο του Novgorod (Ρωσία) μετέφερε τα ρωσικά προϊόντα στη Δ..
Συνολικά αποτελείτο από 90 πόλεις.
Κέντρο της ήταν το Lübeck, όπου συνέρχονταν οι συνελεύσεις της Χάνσα.

Όμως δεν υπήρχε κάποια συγκροτημένη ομοσπονδιακή αρχή, δεν επιβάλλονταν φόροι και δεν επιδίωξε ποτέ να ελέγξει στρατιωτικά κάποια περιοχή.

ΠΑΡΑΚΜΗ

Με τη σταδιακή επέκταση της Δανίας προς το Schleswig και το Holstein άρχισαν να απειλούνται τα μεγάλα κέντρα της Χάνσα (κυρίως Αμβούργο και Lübeck), η οποία δεν μπορούσε πλέον τόσο εύκολα να επιβάλλει τη θέλησή της στα σκανδιναβικά βασίλεια που ήταν ενωμένα με τη συνθήκη του Kalmar (1397-1520).

Παράλληλα τα κράτη της Βαλτικής (Πολωνία-Τευτονικό τάγμα) άρχισαν να χειραφετούνται από τη Χάνσα και να επιδιώκουν την εμπορική τους ανάπτυξη σε βάρος της.
Ο τσάρος Ιβάν Γ΄ κατέλαβε (1478) το Novgorod και κατήργησε (ως το 1494) τα προνόμια της Χάνσα, στερώντας της μια από της κυριότερες αγορές της.
Σταδιακά τα εθνικά κράτη της Δ. Ευρώπης καταργούν τα προνόμιά της προκειμένου να ενισχύσουν την εθνική τους οικονομία.
Παραλλήλως αρχίζουν να αναπτύσσονται νέες εμπορικοί οδοί οι οποίες θα μειώσουν την οικονομική σημασία της Β. Θάλασσας.

Ο Τριακονταετής Πόλεμος(1618-48) και οι καταστροφές στις γερμανικές χώρες θα είναι το τελειωτικό κτύπημα για την παρηκμασμένη Χάνσα, η οποία (1669) είχε μόνο 3 πόλεις (Lübeck, Βρέμη, Αμβούργο).
Κυριότερη όμως αιτία παρακμής: έλλειψη ισχυρής κρατικής δομής και στρατιωτικής υποστήριξης.
Εκτοπίστηκε σταδιακά από τα ισχυρότερα συγκεντρωτικά κράτη, όταν πλέον αυτά θέλησαν να γίνουν οικονομικά ανεξάρτητα.

ΛΑΤΙΝΙΚΗ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗ ΕΝΩΣΗ (1865-1927)

Ιδρύθηκε τον 19ο αι., σε μια προσπάθεια για ενοποίηση πολλών ευρωπαϊκών νομισμάτων σε ένα ενιαίο νόμισμα που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε όλα τα κράτη μέλη σε μια εποχή που τα περισσότερα εθνικά νομίσματα εξακολουθούσαν να είναι άμεσα συνδεδεμένα με τον χρυσό και τον άργυρο.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ

Γαλλία, Βέλγιο, Ιταλία και Ελβετία ιδρύουν (1865) την Ένωση και συμφωνούν να αλλάξουν τα εθνικά τους νομίσματα σε ένα πρότυπο σύμφωνα με το οποίο κάθε νομισματική μονάδα του κάθε κράτους θα ισούται με 4,5 gr. αργύρου ή 0,290322 gr. χρυσού και θα είναι ελεύθερα ανταλλάξιμα.
Ουσιαστικά δηλ. οριζόταν μία σταθερή σχέση μεταξύ χρυσού και αργύρου με αναλογία 15,5 προς 1 μέσα στους κόλπους της Ένωσης.

Οι ισοτιμίες μεταξύ των νομισμάτων της κάθε χώρας ήταν 1:1.
Αργότερα προσχωρήσαν στην Ένωση: Ισπανία και Ελλάδα (1868), Ρουμανία, Αυστρία, Βουλγαρία, Βενεζουέλα, Σερβία, Μαυροβούνιο, Σαν Μαρίνο και Παπικό κράτος (1889).

Οι Δανικές Δ. Ινδίες επίσης υιοθέτησαν (1904) αυτό το πρότυπο, παρόλο πού δεν είχαν επίσημα ενσωματωθεί στη ΛΝΕ.

Σύμφωνα με την εφημερίδα FINANCIAL TIMES, ένα σημαντικό πρόβλημα της ΛΝΕ ήταν ότι παρέλειψε να θέσει εκτός νόμου την εκτύπωση χαρτονομισμάτων με βάση το διμεταλλικό νόμισμα.

Μια αδυναμία που εκμεταλλεύθηκε η Γαλλία και η Ιταλία· με τυπωμένα χαρτονομίσματα χρηματοδοτούσαν δικές τους δαπάνες, «αναγκάζοντας τα άλλα μέλη της Ένωσης να φέρουν μέρος του κόστους της δημοσιονομικής σπατάλης, εκδίδοντας χαρτονομίσματα με βάση το νόμισμά τους».

Η Ελλάδα προκάλεσε επίσης προβλήματα.

Σύμφωνα με το BBC, «οι διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις, ανταποκρίθηκαν στην χρονίως αδύναμης οικονομία της χώρας, μειώνοντας την ποσότητα του χρυσού στα ελληνικά νομίσματα της, υποτιμώντας έτσι το εθνικό νόμισμα σε σχέση με εκείνο των άλλων κρατών μελών στην Ένωση και κατά παράβαση της αρχικής συμφωνίας».

Η Ελλάδα αποβλήθηκε επισήμως από τη Λατινική Νομισματική Ένωση (1908) και επανεντάχθηκε(1910).
Λόγω των διακυμάνσεων της ισοτιμίας χρυσού και αργύρου σε παγκόσμιο επίπεδο, την έναρξη του Α’ ΠΠ (1914-8) και την πολιτική αναταραχή (αρχές 20ου αι.), η ΛΝΕ αδρανοποιήθηκε (δεκαετία 1920) και διαλύθηκε (1927).
Σχεδιάστηκε για τους ίδιους λόγους που υιοθετήθηκε (αρχές 21ου αι.) το ευρώ (€).
Αν και οι διαφορές με την ΟΝΕ (Ευρωζώνη) είναι σημαντικές, ο στόχος ήταν κοινός: «η δημιουργία μιας λίμνης νομισματικής σταθερότητας στη μέση ενός ταραγμένου ωκεανού».

Η ΔΡΑΧΜΗ ΣΤΗΝ ΛΝΕ

Πυλώνες κάθε κρατικής οντότητας από την εποχή της Αναγέννησης, δηλ. από την εποχή που δημιουργήθηκε το εθνικό αστικό κράτος (σύγχρονη έννοια), είναι ο στρατός και το νόμισμα.

12 ευρωπαϊκές χώρες αποδέχθηκαν (Φεβρουάριος 1992), με τη Συνθήκη του Maastricht, να εκχωρήσουν το κυριαρχικό δικαίωμα του εκδοτικού προνομίου και την αυτονομία στην άσκηση εθνικής νομισματικής πολιτικής, σε όφελος ενός κοινού νομίσματος (€), που θα επιτελεί τις 3 βασικές λειτουργίες του χρήματος 
(μέσο πληρωμών, 
μονάδα μέτρησης αξιών και 
μέσο αποθεματοποίησης πλούτου).

Το € γεννήθηκε στις 01/01/1999 και αποτελεί (01/01/2002) νόμιμο χρήμα (legal tender) στις χώρες της ζώνης του €.
Στη Σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, στη Feira της Πορτογαλίας (Ιούνιος 1999), ελήφθη η απόφαση της πλήρους ένταξης της δρχ. στην οικονομία της ζώνης του €.
Από τον Μάρτιο του 2002 η δρχ. αποτελεί πλέον παρελθόν, όπως και τα άλλα εθνικά νομίσματα των χωρών-μελών.
Η τελευταία ημέρα κυκλοφορίας της δραχμής σε φυσική μορφή ήταν η 28/02/2002.

Η νομισματική ενοποίηση της Ευρώπης δεν αποτελεί το μοναδικό εγχείρημα νομισματικής συνεργασίας στην παγκόσμια οικονομική ιστορία.

Υπήρξαν πολλές προσπάθειες χωρών, επιτυχείς ή μη, να συνδέσουν τα νομίσματά τους με κάποιο πολύτιμο μέταλλο ή με το νόμισμα της πιο ισχυρής οικονομίας στη γεωγραφική περιοχή τους.

Η πρόθεση συμμετοχής τους σε μια νομισματική ένωση υπαγορευόταν από την ανάγκη,
1ον, της μείωσης του συναλλαγματικού κινδύνου στις μεταξύ τους εμπορικές συναλλαγές,
2ον, της μείωσης του πιστωτικού κινδύνου και,
3ον, της εξασφάλισης αξιοπιστίας στην άσκηση αντιπληθωριστικής πολιτικής.
 

Για την Ελλάδα και τη δρχ. τα διδάγματα του παρελθόντος είναι πολύ σημαντικά.
Από την εποχή της δημιουργίας του νεότερου ελληνικού κράτους, οι κυβερνήσεις κατέβαλαν προσπάθειες, επώδυνες, να παρακολουθήσουν τις διεθνείς νομισματικές εξελίξεις.
Γιατί κατανοούσαν ότι η συμμετοχή μιας φτωχής περιφερειακής χώρας, με ασθενές νόμισμα και υπανάπτυκτη χρηματαγορά, σε μια νομισματική λέσχη ισχυρών οικονομιών, όπως η ΛΝΕ (19ος αι.), βελτίωνε σημαντικά τη διεθνή πιστοληπτική ικανότητα και απέφερε οφέλη σε όρους συναλλαγματικής και νομισματικής σταθερότητας. 
Τι ήταν η ΛΝΕ;
Γιατί δημιουργήθηκε;
Γιατί η δρχ. εισήλθε στην Ένωση;

ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΛΝΕ

Στην Ευρώπη του 19ου αι. 2 χώρες ανταγωνίζονταν μεταξύ τους για πολιτική και οικονομική κυριαρχία: Βρετανία και Γαλλία.

Η Μεγάλη Βρετανία ακολουθούσε de facto έναν κανόνα χρυσού (1717).

Η Γαλλία είχε υιοθετήσει τον διμεταλλισμό (νομισματικό σύστημα ως το τέλος του 19ου αι. που βασιζόταν σε διπλό μεταλλικό νομισματικό κανόνα, δηλ. την παράλληλη χρήση χρυσού και αργυρού ως μέσου συναλλαγής) και όρισε (1785) την αναλογία τιμής χρυσού-αργύρου στο 1:15,5, σταθερή ως τον Α’ ΠΠ.

Η κυριαρχία του Ναπολέοντα (1769-1821, ηγέτης 1804-14) στην Ευρώπη ανέδειξε το γαλλικό φράγκο σε διεθνές νόμισμα στην περιοχή και κατέδειξε την ανάγκη υιοθέτησης του διμεταλλικού συστήματος της Γαλλίας.
Και μετά τους ναπολεόντειους χρόνους (1796-1814), η Γαλλία ήταν για τις χώρες του γεωγραφικού της περίγυρου ο κύριος εισαγωγέας των προϊόντων τους και ο βασικός δανειστής τους. 

Η ΛΝΕ θεωρείται ιστορικό ανάλογο του πρόσφατου εγχειρήματος της ΟΝΕ.

Σχεδιάστηκε για τους ίδιους λόγους, όπως είπαμε, υιοθετήθηκε το €, δηλ. «τη δημιουργία μιας λίμνης νομισματικής σταθερότητας στη μέση ενός ταραγμένου ωκεανού» (de Cecco 1996, σελ. 56).
Ήταν ένα μεταλλικό καθεστώς, στο οποίο τα 2 πολύτιμα μέταλλα, χρυσός και άργυρος, χρησιμοποιούνταν ως numeraire, δηλ. μέτρο προσδιορισμού της αξίας όλων των υπολοίπων νομισμάτων.
Το όφελος από τη δημιουργία της ΛΝΕ ήταν ο μετριασμός των διακυμάνσεων στην αγοραία τιμή χρυσού και αργύρου που προκαλούνταν από τις ανακαλύψεις νέων κοιτασμάτων του πολύτιμου μετάλλου.

ΔΙΑΦΟΡΕΣ

Όμως υπάρχουν σημαντικές διαφορές.
1ον, η ΛΝΕ ήταν μια λέσχη νομισματικής σταθερότητας στην οποία συμμετείχε ένας εξαιρετικά περιορισμένος αριθμός χωρών με στενούς γεωγραφικούς, ιστορικούς και εμπορικούς δεσμούς. Βασιζόταν στην κυκλοφορία μεταλλικών νομισμάτων και επέβαλε σταθερές ισοτιμίες.
Η ΟΝΕ αποτελεί μετεξέλιξη μιας ήδη υφιστάμενης κοινής αγοράς 15 χωρών.

2ον, στη ΛΝΕ δεν υπήρχε ένα κοινό νόμισμα που να επιτελεί τις λειτουργίες του χρήματος.
Αν και το γαλλικό φράγκο ήταν το διεθνές αποθεματικό μέσο, επιτρεπόταν η παράλληλη κυκλοφορία όλων των εθνικών νομισμάτων στις εγχώριες συναλλαγές.

3ο, στη ΛΝΕ δεν υπήρχε μια κεντρική νομισματική αρχή (ΕΚΤ).
Ο έλεγχος της προσφοράς χρήματος παρέμενε στις εθνικές νομισματικές αρχές.
Δεν υπήρχε καμία συμφωνία για την έκδοση τραπεζογραμματίων από κάθε χώρα-μέλος.
Η μόνη συμφωνία αφορούσε το εκδοτικό προνόμιο νομισμάτων χαμηλών υποδιαιρέσεων(6 φράγκα ανά κάτοικο) και ο μόνος νομισματικός περιορισμός ήταν το υφιστάμενο απόθεμα σε μεταλλικό.

4ον, δεν μπορεί να θεωρηθεί η ΛΝΕ προθάλαμος για τη δημιουργία πολιτικής ένωσης.

5ον, η συμμετοχή στη ΛΝΕ απαιτούσε νομισματική πειθαρχία, αλλά αυτή δεν επιχειρήθηκε μέσω ενός θεσμικού πλαισίου που να επιβάλλει αυστηρά κριτήρια στη δημοσιονομική διαχείριση εκ μέρους είτε των υποψηφίων χωρών (Συνθήκη Maastricht) είτε των συμμετεχουσών χωρών (Σύμφωνο Σταθερότητας, 1997).


Οι μεγάλες ανακαλύψεις χρυσού (δεκαετίες 1850 και 1860) μείωσαν την τιμή αγοράς του χρυσού σε σχέση με τον άργυρο, προκαλώντας εισροή χρυσού και εκροή αργύρου.
Η εσωτερική αξία των αργυρών νομισμάτων, δηλ. η τιμή του περιεχόμενου αργύρου, υπερέβαινε την ονομαστική αξία τους.
Λιώνονταν λοιπόν για να πουληθούν ως μέταλλο.
Η σπανιότητα των αργυρών νομισμάτων προκάλεσε σημαντικές δυσχέρειες στις συναλλαγές.
Η Γαλλία, το Βέλγιο, η Ιταλία και η Ελβετία αποφάσισαν να συνεργαστούν για τη διατήρηση του διμεταλλισμού.
Υπεγράφη (23/12/1865) στο Παρίσι η συνθήκη ίδρυσης της ΛΝΕ.
Οι νομισματικές αρχές κάθε χώρας ήταν υποχρεωμένες να εκδίδουν χρυσά και αργυρά νομίσματα ίσου βάρους και βαθμού καθαρότητας στη σταθερή αναλογία 1:15,5.
Το γαλλικό φράγκο (αργυρό και χρυσό πεντόφραγκο) αποτέλεσε την κοινή νομισματική μονάδα.
Η τράπεζα της Γαλλίας διατηρούσε μεγάλα αποθέματα σε μεταλλικό (κυρίως άργυρο), ανταλλάσσοντας κατά το δοκούν τα τραπεζογραμμάτια είτε με χρυσό είτε με άργυρο, και λειτουργούσε ως «δανειστής ύστατης προσφυγής» για τις άλλες κεντρικές τράπεζες.
Η έναρξη του Γαλλοπρωσικού Πολέμου (1870-1) σηματοδότησε το τέλος του διμεταλλισμού.
Η Γαλλία έχασε τον πόλεμο και η Γερμανία, με την τεράστια πολεμική αποζημίωση σε χρυσό που έλαβε από τη Γαλλία, χρηματοδότησε τη μετάβασή της στον κανόνα χρυσού.

Οι μαζικές πωλήσεις αργύρου προκάλεσαν την απότομη υποτίμησή του, απειλώντας με έξαρση του πληθωρισμού τις χώρες σε κανόνα αργύρου.
Οι χώρες της ΛΝΕ ανέστειλαν (1878) οριστικά την κοπή αργυρών νομισμάτων, υιοθετώντας τον κανόνα χρυσού(κάθε χώρα καθόρισε μια συγκεκριμένη ισοτιμία του εθνικού της νομίσματος με τον χρυσό.
Ίσχυσε ως τον Α’ ΠΠ, έγινε προσπάθεια επαναφοράς(1920-35) και εγκαταλείφθηκε μετά τον Β’ ΠΠ).

Η ΔΡΑΧΜΗ ΣΤΗΝ ΛΝΕ

Η Ελλάδα υπογράφει (Απρίλιος 1867) συμφωνία με την ΛΝΕ ώστε η δραχμή να ακολουθήσει τους κανόνες ισοτιμιών της Ένωσης.
Όμως λόγω των πολέμων και της οικονομικής κρίσης, η δρχ. δεν κατάφερε να προσχωρήσει στην ένωση πριν το 1910.
Αποτέλεσμα της ένταξης: η δρχ. εξισώθηκε με τα άλλα νομίσματα της Ένωσης (π.χ. γαλλικό φράγκο).
Σε πολλές εκδόσεις των χαρτονομισμάτων της Εθνικής Τράπεζας η ονομαστική αξία στην πίσω πλευρά του γραμματίου αναγραφόταν στα γαλλικά francs.

Πιθανόν γι’ αυτό (ως τις δεκαετίες του 1970-80) η δρχ. λεγόταν φράγκο.


Η Ελλάδα είχε υιοθετήσει τον διμεταλλισμό (1833) με την εισαγωγή της δρχ. του Όθωνα.

Η δρχ. βασιζόταν στο δίστηλο, κατ’ εξοχήν αργυρό νόμισμα που χρησιμοποιούνταν στις εμπορικές συναλλαγές των ισπανικών αποικιών της Ν. Αμερικής με κύριο χαρακτηριστικό την εύκολη παραχάραξή του.

Για τη διευκόλυνση των συναλλαγών εξαιτίας της περιορισμένης ποσότητας δραχμών σε κυκλοφορία, επιτρεπόταν διά νόμου η ελεύθερη κυκλοφορία ξένων νομισμάτων.
Στην πλειονότητά τους όμως ήταν φθαρμένα, με ονομαστική αξία πολύ μεγαλύτερη από την αγοραστική τους.
Το «κακό» νόμισμα γρήγορα έδιωξε την ασημένια δρχ..
Οι κάτοχοί τους τα αντάλλασσαν με δρχ., τις οποίες στη συνέχεια έλιωναν για να πάρουν το πολύτιμο μέταλλο.
Η Ισπανία εγκατέλειψε (μέσα δεκαετίας 1860) το νομισματικό σύστημα του διστήλου.
Την ίδια εποχή οι διεθνείς εμπορικές συναλλαγές γίνονταν σε νόμισμα ευθέως μετατρέψιμο σε πολύτιμο μέταλλο σε ορισμένη αναλογία.

Οι ελληνικές κυβερνήσεις προσδοκούσαν ότι με την ένταξη της χώρας στη ΛΝΕ θα επιλυόταν το νομισματικό πρόβλημα (Κεχαγιάς, 1875).
1ον, η χώρα δεν θα αντιμετώπιζε πλέον σπανιότητα χρήματος, αφού οι εγχώριες συναλλαγές θα διεξάγονταν και σε γαλλικά φράγκα.
2ον, η σύνδεση της δρχ. με το γαλλικό φράγκο σε μια σταθερή τιμή θα μετρίαζε τις συναλλαγματικές διακυμάνσεις και, τρίτον, θα βελτιωνόταν η πρόσβαση στη διεθνή χρηματαγορά του Παρισιού.

Με τον νόμο Περί Νομισματικού Συστήματος (Απρίλιος 1867) η Ελλάδα υπέγραψε τη συμφωνία της ΛΝΕ, αποδεχόμενη την αρχή του διμεταλλισμού και την ταύτιση της χρυσής δραχμής με το χρυσό γαλλικό φράγκο (ισοτιμία 1:1).
Η επιβολή της αναγκαστικής κυκλοφορίας (Δεκέμβριος 1868) εν όψει των πολεμικών γεγονότων στην Κρήτη (Επανάσταση 1866-9) και οι ανεπαρκείς εκδόσεις της νέας δρχ.(1833-2001 [εξαιρέσεις Ιόνιος Πολιτεία (1801-32), Καποδίστριας (1828-32), χούντα 21/04/1964-1974]), ανέβαλαν την εφαρμογή του συστήματος της ΛΝΕ.
Η μετατρεψιμότητα επανήλθε (1870) μετά τον τερματισμό των εχθροπραξιών.
Η προετοιμασία όμως για τη συμμετοχή στη ΛΝΕ καθυστέρησε.
Νέες πολεμικές περιπέτειες με την Τουρκία (1897) υποχρέωσαν την Ελλάδα σε μονιμότερη αναστολή της μετατρεψιμότητας της δραχμής.
Οι διεθνείς νομισματικές συνθήκες άλλαξαν με την κατάρρευση του διμεταλλισμού και τη σύνδεση των χωρών της ΛΝΕ με τον κανόνα χρυσού.
Να θυμίσουμε εδώ τις πτωχεύσεις, τις χρεοκοπίες, τα δάνεια και τα ανοιχτά εθνικά ζητήματα της Ελλάδας και το διεθνές κλίμα (συνεχείς πόλεμοι και ανταγωνισμός Μ. Δυνάμεων).

ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑΤΙΚΕΣ ΚΡΙΣΕΙΣ

Οι κυβερνήσεις (19ος αι.) κατέβαλαν αξιόπιστες προσπάθειες επαναφοράς της μετατρεψιμότητας με απώτερο σκοπό τη βελτίωση της διεθνούς πιστοληπτικής ικανότητας.
Η αντιπληθωριστική πολιτική μετά το τέλος των εχθροπραξιών (1869 και 1878), η υποτίμηση της δρχ.(1882), η ολιγόμηνη (ανεπιτυχής) σύνδεση με τον διεθνή κανόνα χρυσού (1885), η αποφυγή της νομισματικής χρηματοδότησης των δημοσιονομικών ελλειμμάτων (μετά το 1885) και η προσφυγή σε υπέρμετρο εξωτερικό δανεισμό αποτελούν ιστορικές διαπιστώσεις μιας τέτοιας συμπεριφοράς.

Ύστερα από μια μακρόχρονη περίοδο (+40 έτη), κατά τη διάρκεια της οποίας η χώρα είχε την εμπειρία μιας οξείας οικονομικής κρίσης(κορυφώθηκε με την πτώχευση του 1893), γνώρισε εθνικές περιπέτειες (πόλεμος 1897) αλλά και αναγκάστηκε να δεχθεί την επιβολή πειθαρχίας στη δημοσιονομική και νομισματική διαχείριση μέσω της εγκαθίδρυσης του Διεθνούς Ελέγχου (1898) (βλ. ρόλος κάιζερ Γουλιέλμου Β’ 1859-1941, τελευταίος Αυτοκράτορας Γερμανίας, 1888-1918), η δρχ. επέτυχε εν τέλει την ένταξή της στη ΛΝΕ(Μάρτιος 1910).
Η σύνδεσή της με το γαλλικό φράγκο έγινε στην αρχική ισοτιμία 1:1, εγκαινιάζοντας τη «χρυσή εποχή» της δρχ. που διακόπηκε βίαια (1914).

Με την έναρξη του Α’ ΠΠ τερματίζεται η ειρηνική περίοδος στην Ευρώπη.
Η παγκόσμια οικονομία εισήλθε σε μια περίοδο έντονων νομισματικών και συναλλαγματικών κρίσεων, ως το τέλος του Β’ ΠΠ(1937-45).

ΜΗΠΩΣ Η ΕΛΛΑΔΑ ΠΤΩΧΕΥΣΕ(1893) ΛΟΓΩ ΤΗΣ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΤΗΣ ΣΤΗΝ ΛΝΕ ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΥΘΥΝΟΝΤΑΙ ΜΟΝΟ ΟΙ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΕΣ ΠΑΘΟΓΕΝΕΙΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ (η Ιστορία κάνει κύκλους);

Ελάχιστοι γνωρίζουν, σκόπιμα, για την συμμετοχή της Ελλάδας στην Λατινική Νομισματική Ένωση (19ος αι., 1865).
Αν και, όπως είπαμε, είχε κοινούς στόχους με την ΟΝΕ (Ευρωζώνη) υπήρχαν διαφορές.
Όμως είναι καλό να δούμε κάποια ακόμα στοιχεία για την θέση της Ελλάδας στην ΛΝΕ.

Αυτή η ένωση, ήταν μια από τις πολλές απόπειρες νομισματικής ενοποίησης της Ευρώπης
.

Υπήρξαν πολλές προσπάθειες χωρών, άλλες επιτυχείς και άλλες όχι, να συνδέσουν τα νομίσματά τους με κάποιο πολύτιμο μέταλλο ή με το νόμισμα της πιο ισχυρής οικονομίας στη γεωγραφική περιοχή τους.
Το πολύ παλιό νόμισμα των 5 δρχ. που απεικόνιζε τον Γεώργιο Α` και το γαλλικό των 5 φράγκων που απεικόνιζε τον Ναπολέοντα Γ´(1808-73, ηγέτης 1848-70), έμοιαζαν πολύ.
Είχαν το ίδιο βάρος και τις ίδιες διαστάσεις-την ίδια περιεκτικότητα σε χρυσό-.
Τα νομίσματα αυτά είχαν έτσι το ίδιο αντίκρισμα και στις 2 χώρες.
Ήταν, κάτι σαν το σημερινό ευρώ(€).

Η ομοιότητα τους οφειλόταν ΛΝΕ, στην οποία συμμετείχαν(1865) Γαλλία, Βέλγιο, Ελβετία και Ιταλία και η Ελλάδα(1868)!

Η ΛΝΕ ατύχησε και ατόνησε πολύ πριν την επίσημη διάλυσή της(1926), λόγω των διακυμάνσεων μεταξύ των τιμών του χρυσού και του αργύρου και λόγω των διαφορών στο βιοτικό επίπεδο των συμμετεχουσών χωρών.

Εξαιτίας της ΛΝΕ η Ελλάδα, η οποία είχε να χρηματοδοτήσει το εκσυγχρονιστικό πρόγραμμα του Τρικούπη και γι’ αυτό είχε σημαντικά ελλείμματα, τα οποία χρηματοδοτούσε με δάνεια), εξήντλησε τα αποθέματά της σε χρυσό και άργυρο (δηλ., τη νομισματική της βάση) και το 1893 πτώχευσε (1893).

Για την Ελλάδα και τη δρχ. τα διδάγματα του παρελθόντος είναι πολύ σημαντικά. 


Από την εποχή της δημιουργίας του νεότερου ελληνικού κράτους, οι κυβερνήσεις κατέβαλαν προσπάθειες, επώδυνες, να παρακολουθήσουν τις διεθνείς νομισματικές εξελίξεις.

Γιατί κατανοούσαν ότι η συμμετοχή μιας φτωχής περιφερειακής χώρας, με ασθενές νόμισμα και υπανάπτυκτη χρηματαγορά, σε μια νομισματική λέσχη ισχυρών οικονομιών, όπως η ΛΝΕ(19ος αι.), βελτίωνε σημαντικά τη διεθνή πιστοληπτική ικανότητα και απέφερε οφέλη σε όρους συναλλαγματικής και νομισματικής σταθερότητας.

Μήπως τελικά δεν οφείλεται η οικονομική δυσπραγία και του σήμερα και του χθες στα χαρακτηριστικά των Ελλήνων από την Τουρκοκρατία και την Επανάσταση ως σήμερα και στις ανίκανες, δούλες των «προστάτιδων» Μ. Δυνάμεων ηγεσίες;

Μήπως φταίει το σύγχρονο χρηματοπιστωτικό σύστημα και η εκμετάλλευση των αδυναμιών της νεότερης Ελλάδας από αυτό;

Ούτε η Ελλάδα φταίει για την κρίση, καμιά κρίση στην Ιστορία, ούτε είναι η μόνη χώρα, ούτε παλιά, ούτε σήμερα (2008-), στα πρόθυρα της χρεοκοπίας.

Είναι όμως από τις ελάχιστες, αν όχι η μόνη χώρα, που περνάει 3η φορά διεθνή επιτροπεία και έλεγχο (μετά το 1843 και το 1898-1978), με απαίτηση των Γερμανών, που έχουν πολύ βεβαρημένο παρελθόν, όσο όλες οι Μ. Δυνάμεις μαζί!

Το 1824-2009 είχαμε τουλάχιστον 286 επίσημες χρεοκοπίες από 110 κράτη.

Δηλ. κατά ΜΟ κάθε κράτος έχει χρεοκοπήσει επίσημα τουλάχιστον 2 φορές.

Η δεκαετία με τις περισσότερες κρατικές χρεοκοπίες ήταν η δεκαετία του 1980, με πάνω από 70 επίσημες πτωχεύσεις!

Αυτά...